Η απάντηση του φορέα της Ελληνικής Εθνικής θρησκείας σε όλους αυτούς, που αν και λέγονται Έλληνες, ζητούν την γνώμη της ιουδαικής θρησκείας για όλα τα θέματα της ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ κοινωνίας.



ΣΤΟΥΣ ΕΠΙΜΕΝΟΝΤΕΣ ΝΑ ΖΗΤΟΥΝ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΕ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΗΝ ΑΦΟΡΟΥΝΕ
Ανακοίνωση 319 / 13. 9. «2016»
Παντού στην φυσιολογική, δηλαδή προχριστιανική ανθρωπότητα, η αυτοδιάθεση του ανθρωπίνου σώματος από τον κάτοχό του θεωρείτο δεδομένη, συνεπώς ο αυτοχειριασμός αποτελούσε μία εύλογη αποχώρηση από τον κόσμο των ζωντανών όταν καθ’ οιονδήποτε τρόπο απειλείτο η τιμή και αξιοπρέπεια του επιλέγονος, λ.χ. να μην αιχμαλωτισθεί, να μην πράξει αντίθετα από την συνείδησή του, να μην καταπέσει, κ.ο.κ. Σε περιπτώσεις μάλιστα, όπως στην νήσο Κέα, υπέργηροι άνθρωποι μετέτρεπαν την αυτοθέλητη αποχώρησή τους σε εορτή συγγενών και φίλων.
Με την επικράτηση όμως του Χριστιανισμού, ο αυτοχειριασμός μετετράπη σε βαρύτατο αμάρτημα, με το απίθανο οντολογικό επιχείρημα πως δήθεν η ζωή δεν ανήκει στον φέροντα, αλλά στον Θεό Ιαχωβά. Αυτή η θέση είναι απολύτως αναμενόμενη για μία δουλοποιό θρησκεία, η οποία μάλιστα επένδυσε για την βίαιη εξάπλωσή της και στον φόβο των αφιλοσόφητων ανθρώπων για τον θάνατο. Όχι αναμενόμενο ωστόσο, πλην όμως δυστυχώς διαπιστωμένο, είναι το γεγονός πως η θρησκεία αυτή, με την μακραίωνα κυριαρχία της στον «δυτικό» τουλάχιστον κόσμο, έχει πια διαποτίσει το αντιληπτικό των ανθρώπων και έχει κτίσει την δική της αφύσικη «κανονικότητα». Στις περισσότερες χριστιανικές χώρες, όπως άλλωστε και στις ισλαμικές, η αυτοκτονία αποτελεί όχι μόνον «αμαρτία», αλλά, μέχρι προσφάτως, αποτελούσε ή εξακολουθεί ν’ αποτελεί επιπροσθέτως και ποινικό αδίκημα σε περίπτωση επιζήσαντος. Η απλή ποινικοποίηση ή και ιατρικοποίηση της ανεπιτυχούς αυτοκτονίας πάντως, αποτελεί «πρόοδο» για τους μονοθεϊστές, αφού μόλις προ ολίγων αιώνων, στις εποχές της παντοδυναμίας τους, επέβαλαν ποινές ακόμα και στους αποτελεσματικούς αυτόχειρες, με κατάσχεση της περιουσίας τους, αλλά και άλλα δικά τους αρρωστημένα εφευρήματα, όπως απαγόρευση κήδευσης, κακοποιήσεις του νεκρού σώματος, κ.λπ.
Τις τελευταίες δεκαετίες πάντως και στις πιο εξελιγμένες χώρες, η συζήτηση για αυτοθέλητη αποχώρηση εκ της ζωής έχει ελαφρώς απενοχοποιηθεί, πολλές μάλιστα χώρες έχουν επιτρέψει στην νομοθεσια τους την ευθανασία, όταν την αιτείται κάποιος με σώας τα φρένας ασθενής που βασανίζεται από πόνους ή απλώς θέλει να μην έχει αναξιοπρεπή θάνατο (εντούτοις, καμμία χριστιανική χώρα έως σήμερα δεν αναγνωρίζει ένα αυτοτελές ατομικό ή συλλογικό «δικαίωμα στην αυτοκτονία»). Με αφορμή την πρόσφτη λεβέντικη αποχώρηση ενός γνωστού δημοσιογράφου, πληροφορηθήκαμε ότι ανάλογη συζήτηση για τη διαμόρφωση ενός νομοθετικού πλαισίου για την ευθανασία προτίθεται να ανοίξει και στην χώρα μας από την «Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής». Παρά το ότι η συζήτηση φαίνεται πως θα αυτοπεριορίζεται αποκλειστικώς στην άρση ή μη άρση της σημερινής πλήρους ακαμψίας τής παράλογης με κάθε τρόπο και κάθε μέσο παράτασης της ζωής πολιτών που ήδη βιώνουν έναν επώδυνο αργό ή γρηγορότερο θάνατο, κάποιος θα την χαιρέτιζε ως πρώτο βήμα μιας ελάχιστης έστω εξόδου από τα μεσαιωνικά ήθη, εάν εξαρχής δεν έσπευδαν να μας πληροφορήσουν πως σε όλο αυτό θα συνεκτιμηθεί η γνώμη της… Εκκλησίας! Της Εκκλησίας, της οποίας η ιδιαίτερη «Επιτροπή Βιοηθικής» (διότι διαθέτει και τέτοια!) έχει ήδη από το 2002 επιβεβαιώσει επί του ζητήματος τις γνωστές παράλογες θέσεις, δύο δείγματα των οποίων παραθέτουμε εδώ: «πίσω από τον πόνο (η Εκκλησία) διακρίνει και μία ευλογία. Ο πόνος στην ανθρώπινη ζωή, όπως και κάθε δοκιμασία, είναι "συνεργός προς σωτηρίαν" και ενίοτε "κρείττων και αυτής της υγείας" κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά» και «οι άνθρωποι προσευχόμαστε, δεν αποφασίζουμε για τη ζωή και τον θάνατο».
Αυτή η υποχρεωτική - εμμονική στην ταλαίπωρη χώρα μας θεσμική ανάδειξη του φορέα μιας θρησκευτικής πίστης σε κύριο κριτή τού κάθε κοινωνικού ζητήματος, είναι πια αηδιαστική. Την Εκκλησία την αφορά μόνον το, ούτως ή άλλως μέσω της κατηχητικής δημόσιας «εκπαιδεύσεως» πολυπληθές, ποίμνιό της και τίποτε άλλο. Ποιος τής είπε και ποιος είπε στην «Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής» ότι η εκκλησιαστική άποψη επιτρέπεται να καθορίζει λεπτομέρειες του βίου των Ελλήνων πολιτών, οι οποίοι στην τελική μπορεί να είναι ετερόθρησκοι, άθεοι, θρησκευτικά αδιάφοροι ή και, όπως εμείς, Έλληνες κατά τα θρησκευτικά τους νομιζόμενα; Εδώ υπάρχει κάτι το ακραία παράλογο, που κανείς λογικός άνθρωπος δεν καταλαβαίνει και ούτε είναι άλλωστε δυνατόν να καταλάβει ποτέ: η ρωμέϊκη κοινωνία πριν κάνει το παραμικρό βήμα εμπρός ζητάει πάντοτε την έγκριση ενός περίεργου και άτυπου αφεντικού της, που απροκάλυπτα επιθυμεί πολλά βήματα προς τα πίσω.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, εάν η ως άνω Επιτροπή, στην οποία κοινοποιούμε την παρούσα, επιμείνει πως είναι όλως απαραίτητο να συνεκτιμηθεί η γνώμη της Εκκλησίας, θα πρέπει να συνεκτιμηθεί επίσης και η γνώμη της αυτοχθόνου, ιστορικά συνεχούς και παραδεδομένης Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας, της οποίας αποτελούμε τον φορέα. Είμαστε λοιπόν στην διάθεσή τους και, ως Έλληνες, πάντοτε ανοικτοί στον κάθε καλό διάλογο που πραγματικά αναζητεί λύσεις.

ΥΠΑΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ (Υ.Σ.Ε.Ε.)

www.ysee.gr



Ευχαριστώ που με διαβάζετε
 Ηλίας Τ. ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ